εις των βατών το άβατον - σελίδα 18

  
    Άφησε τη γλύκα να πέσει.
    Να σκύψω να τη μαζέψω, να τη φυτέψω.
    Να την ποτίσω, να την ραντίσω, να την κλαδέψω.
    Να τη δω να καρπίζει, να την αδράξω.

    Αλλά και πεταμένη άστην να τη βλέπω μοναχά,
    κι αυτό μου φτάνει.